- ελληνοπρέπεια
- ησυμπεριφορά που ταιριάζει σε Έλληνες, το να είναι κανείς ελληνοπρεπής (βλ. λ.).
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
ελληνοπρέπεια — η συμπεριφορά ή κατάσταση που ταιριάζει σε Έλληνες, στον ελληνικό πολιτισμό και στην ελληνική παράδοση … Dictionary of Greek